|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βαρκάκι? — — εγκαιρόττιτα — φίλαθλος — φλομπέρ — κεφαλαιοποιούμαι — αρχαιομαθής — διακοσμήτρια — επαμφοτερίζων — σπιτόφιδο — ακτινοσκοπία — πυρίτης — τσέλιγκας — μπατήρης — θαυματουργός — μουχαπέτι — θεόδμητος — άπνους — διόδευσις — ορνιά — γλίνα — φρενίτιδα — αβίαστος |
|||