Новогреческий словарь
τορπιλλοσωλήν
τορπιλλοσωλήν
(-ήνος) ο
торпедный аппарат
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
торпедный аппарат
? —
τορπιλλοσωλήν
как с
(ново)греческого
переводится слово
τορπιλλοσωλήν
? — торпедный аппарат
#
(ново)греческий словарь
—
καμωτός
—
φιλεύω
—
ούλτρα
—
διφασικός
—
μητριαρχικός
—
λαρυγγεκτομή
—
στένωση
—
δίγνωμος
—
εξασφαλιστικός
—
θηριομορφία
—
θρακιάς
—
επιπλωτήρας
—
άμεικτος
—
τετυφωμένος
—
αποτρίβομαι
—
ευθανασία
—
περιχυμένος
—
γαιάνθραξ
—
αμυγδαλίδαι
—
σιωνιστής
—
άισμπεργκ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве