Новогреческий словарь
ετέχθην
ετέχθην
παθ. αόρ. от τίκτω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ετέχθην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αγγλικά
—
κυβιστικός
—
κνισμός
—
σκληραγωγούμαι
—
χτίση
—
τροχαϊκός
—
γοργόπους
—
διαπεραίωση
—
δεματιάρης
—
τεταρταίος
—
τάγμα
—
συνοστεούμαι
—
οστρακόδερμα
—
γίγλυμος
—
ένθεμα
—
αρέζω
—
στάθμιση
—
πεντοζάλης
—
ραφτοπούλα
—
ανεβοκατεβαίνω
—
λιομάζωμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве