|
(-εως) η моментальная съёмка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово моментальная съёмка? — στιγμιογράφησις как с (ново)греческого переводится слово στιγμιογράφησις? — моментальная съёмка — αποζητώ — ηθικοθρησκευτικός — ετεροειδής — γροσουλαρία — μαρμιτόνι — εναντιοφρονώ — άφραγκος — σιδερωτής — μηλοζελές — τύπισσα — οκαρίνα — διασκεπτικός — ξόμπλι — φράτρα — πρωτοδικείο — απανωταριά — βαμβακόψειρα — νεοτερισμός — απογαλακτισμός — υδρίτης — ικτερώδης |
|||