Новогреческий словарь
στιγμιογράφησις
στιγμιογράφησις
(-εως) η
моментальная съёмка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
моментальная съёмка
? —
στιγμιογράφησις
как с
(ново)греческого
переводится слово
στιγμιογράφησις
? — моментальная съёмка
#
(ново)греческий словарь
—
εύδαιμονώ
—
βαρελοσάνίς
—
αφοπλισμός
—
διαπεραιώνομαι
—
επτάμηνο
—
δύσχρηστος
—
διοικητής
—
μυοκαρδιοπάθεια
—
μύση
—
αργορολογία
—
απονευρώνω
—
αρβυλάς
—
εκτός
—
βιά
—
ορνιθοκλέπτης
—
μαμουσάγκιον
—
πεδούκλι
—
ασύρικτος
—
πυριγενής
—
ανασκολοπίζω
—
χτυπημένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве