|
ο большеголовый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово большеголовый? — βουκεφάλης как с (ново)греческого переводится слово βουκεφάλης? — большеголовый — καφενόβιος — λουπιναριά — κεράστης — νάπη — πεταγμένος — φάκα — συναγώγι — γδύνομαι — δυσμικός — ενώπιον — δέοντα — λιθόκονις — Μαυρογένης — ερμιά — ασπροκιτρινίζω — βηματίζω — μαίτρ — φυλλομετρητής — ασκοτάδιαστος — αλληγορικός — τυφέκιον |
|||