Новогреческий словарь
επεγενόμην
επεγενόμην
αόρ. от επιγίνομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επεγενόμην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κεραμοοιία
—
γρασιδότοπος
—
εσωλέμβιος
—
αδάπανος
—
μονοκονδυλιά
—
χαμπλός
—
εμοί
—
αυθάδεια
—
σιδερογροθιά
—
νευρόσπαστο
—
μερακλής
—
τέκτονας
—
αναθύμηση
—
τυφεκιοφόρος
—
ταβάς
—
χοντρούτσικος
—
εχθρότητα
—
αγγειολογία
—
τρωγλοδυχώ
—
αρλούμπας
—
τετράωρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве