Новогреческий словарь
πασίδηλος
πασίδηλ|ος
явный, очевидный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
явный
? —
πασίδηλος
как на
(ново)греческом
будет слово
очевидный
? —
πασίδηλος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πασίδηλος
? — явный, очевидный
#
(ново)греческий словарь
—
συστηματική
—
σταλαγμός
—
πνευματοκρατία
—
αναπόδειχτος
—
σταυραδερφός
—
υποκύανος
—
θερμικός
—
ζουλιάρης
—
ρεματιά
—
ιεροδίκης
—
φενακίζω
—
θεσμοδότης
—
ανθρακέμπορος
—
γλωσσολογία
—
δίχειλος
—
αποζευγώ
—
ορνιθοκομία
—
φαινολογία
—
ποικιλοχρωμία
—
τηλεβολοστάσιο
—
σημασιολογία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве