|
явный, очевидный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово явный? — πασίδηλος как на (ново)греческом будет слово очевидный? — πασίδηλος как с (ново)греческого переводится слово πασίδηλος? — явный, очевидный — δεκαεννεάκις — σταυροκοπιέμαι — ανάφαγος — διακολύμβηση — αναγουλιαστικός — τελειομανία — σατανισμός — εκρέμασα — γλακηχτό — μακρολογώ — χορταποθήκη — πέργουλα — αχρεώστητα — αεραντλία — σιτάρκης — αναρχία — αντιάρμα — ασωτεμός — γρατσουνίζω — αγωνιστικότητα — γλιστρολογώ |
|||