|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αβλεπής? — — ανυπέρβλητος — οποσονδήποτε — επιδιορθωτής — υπερασπιστός — λαχανόγουλο — εξίδρωσις — Νεαρά — αποσαφώ — αναιμωτί — κουσούρι — αρρενοκοίτης — ρητίνωση — αηδονοφωλιά — απαθής — αγάλια — ανθοφυτεία — χαλκοπράσινος — αλοή — κορακάτος — σακάτικος — τρίχα |
|||