|
το часовня #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово часовня? — παρεκκλήσιο как с (ново)греческого переводится слово παρεκκλήσιο? — часовня — χειροδικώ — αναγυρεύω — αθάρρευτος — λουστρίνι — φιγουρατζίδικος — γκόλφι — σοφάς — πετάγομαι — σαραντάρισσα — αντιστικτική — ανυπόμονος — αργοταξιδεύω — δικάσιμη — κατάκορος — κλαυθμών — φασιστικός — αλωπεκιώ — μεριδιούχος — δέ — κολεγιόπαιδο — αποθαλασσώνω |
|||