Новогреческий словарь
προσαρμοστικός
προσαρμοστικός
легко прилаживаемый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
легко прилаживаемый
? —
προσαρμοστικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
προσαρμοστικός
? — легко прилаживаемый
#
(ново)греческий словарь
—
αμάρτημα
—
προσεγγιστικός
—
χιονοστεφής
—
δραστηριοποίηση
—
ακαταστάλαχτος
—
έχτρα
—
άπωθεν
—
ισώ
—
χαράκωση
—
ανιαρός
—
χρόνος
—
υψιπέτης
—
σπερματισμός
—
ερπετοειδής
—
Λαμπρή
—
θεματολόγιο
—
Αιθίοπας
—
διπλωματική
—
μαϊτάπι
—
κρεμώ
—
υπερρεαλισμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве