Новогреческий словарь
διοπτήριο
διοπτήριο
το
визир
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
визир
? —
διοπτήριο
как с
(ново)греческого
переводится слово
διοπτήριο
? — визир
#
(ново)греческий словарь
—
απαλλοτριωτικός
—
προδιάσκεψη
—
περι-
—
εντερικός
—
υδρόνεφρον
—
περιπλανώμαι
—
διάχυλον
—
χυδαιολογία
—
πρέφα
—
ημεδαπός
—
άμαξα
—
στραγαλατζής
—
αποστειρωτικός
—
κονίαμα
—
κρίκος
—
συγκοινωνών
—
ειδοποιημένος
—
τίθημι
—
ξέζεμα
—
ψαριανός
—
εντολοδότρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве