|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μασκαρένιος? — — αμάν! — πιθανώς — σχιστώδης — μονομέρεια — γύφτικο — σπάραχνα — εκτροχίαση — ψαθί — δενδρόλιθος — χιονόσφαιρα — κακάο — Γερμανία — ανατρίχιασμα — τιμή — δεκάτεμα — καλλιγράφος — καλυκοποιείο — διχοτομούσα — χοώδης — οπλή — αρχιεργάτρια |
|||