Новогреческий словарь
δοκιμιογράφος
δοκιμιογράφος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
δοκιμιογράφος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δολίευση
—
αγωγνάτικα
—
αποσείω
—
ιμαντοκίνητος
—
εγωϊστής
—
ηωζωϊκός
—
εξίσχιος
—
αμετάγραπτος
—
ανεξόφλητος
—
νταγιαντώ
—
μήλινος
—
απογεματινά
—
αμμοθεραπεία
—
ελκώ
—
γκιζέρι
—
φυσικό
—
στοργή
—
σκανδαλοποιός
—
σκήπτρο
—
κρυπτογράφημα
—
κάρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве