|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ακόρδο? — — ανάσχολος — αποσιωπητικά — πεντηκονταετηρίδα — πνευμοθώρακας — μεσοχείμωνα — σταχτόπαννο — νομιμοφροσύνη — σύγκρυο — αντίρροπο — καπηλείο — αροτήρας — παρμεζάνα — φαλίδο — ταξιθέτηση — τσαμπουκαλής — κασίδης — γαστρίμαργος — αεριόφως — κατασταλαγμένος — δακτυλογραφία — θηρεύτρια |
|||