|
ο ранение, травма #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ранение? — τραυματισμός как на (ново)греческом будет слово травма? — τραυματισμός как с (ново)греческого переводится слово τραυματισμός? — ранение, травма — σφήνα — μπογιάτισμα — αντίφεγγο — γαργάρισμα — ψυχρολουσία — φορτοεκφόρτωσις — αντιναύαρχος — ζατσέντο — ατρύγητος — φτερνοκοπώ — κόλπιος — αποξεχνιέμαι — αντινομιστικός — τέφρα — βωμολοχώ — τεζαρισμένος — ερεισματικός — υποτρέμω — επακόντιον — αλετράς — μεταδοτήρας |
|||