|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δεξιόχειρας? — — σοινίκι — δεκάχρονος — χορταποθήκη — εύφλεχτος — ρητίνευση — σουλτάνος — έμπραχτος — μοναρχισμός — φιλάνθρωπος — απόθεμα — ζουζούνα — εκπλέκω — πασχαλιάτικος — ψυχρόφιλος — ξενυχιάζω — οψιγενής — ταπητουργία — καρδιοσωσμός — τυχαία — ζητωκραυγή — διασώστης |
|||