Новогреческий словарь
ερίφισσα
ερίφισσα
η 1)
бедняга
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бедняга
? —
ερίφισσα
как с
(ново)греческого
переводится слово
ερίφισσα
? — бедняга
#
(ново)греческий словарь
—
αναβάλλεται
—
μπομπονιέρα
—
φτωχολογιά
—
γεροντολόγος
—
αστυνόμευση
—
συμβαλλόμενος
—
κακοκάρδισμα
—
υδροθεραπευτικά
—
κυνηγετικός
—
φατριαστικά
—
μαχαιροφόρος
—
οκταφωνία
—
καλλιστεία
—
χρεοπιστώνω
—
καλόγουστα
—
πλευροκοπώ
—
ωογενεσία
—
ακριανός
—
τσομπάνος
—
σκαλωσιά
—
φαρμακογενής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве