|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ναρκισσίστρια? — — δίτομος — οντουλάρισμα — επιβίωση — θρέψιμο — τονώνω — ξανάστροφος — σκεπτικότητα — εξοπλιστικός — πολιτισμολογία — παλαμάρι — μελαχρινός — δαρβινισμός — αντίστασις — βιβλιογνώστης — νομισματολογικώς — πανομοιότυπο — δακτυλιοποιός — πράος — ξανακοιμάμαι — αυθεντικός — βολιδοσκοπώ |
|||