|
τα вожжи, повод; === κρατώ τά ~ — держать бразды правления #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вожжи? — ηνία как на (ново)греческом будет слово повод? — ηνία как с (ново)греческого переводится слово ηνία? — вожжи, повод — νεκροφοβία — περιττεύω — πλάγιασμα — ράξ — θαμπωτικός — αυγουστίνος — αντιθεατρικός — υγιαίνω — εθνοπρεπής — διακανόνισμός — γαληνιαίος — ψυχρηλασία — άμα — φέλλιασμα — αναθυμίαση — τυπογραφία — υπερατομικός — χοιράδα — βεβηλώνω — δριμώνω — χούγια |
|||