Новогреческий словарь
δισκόφρενο
δισκόφρενο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
δισκόφρενο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σεγγούνι
—
μαζορέτα
—
δέ
—
επηρεασμός
—
ανάγλυφο
—
χουζουρλίκι
—
ατζαμίδισσα
—
στολίζω
—
έγκυρος
—
ανόφθαλμος
—
διάκλυσμα
—
φασιστάκι
—
λειμών
—
ανοικοδόμητος
—
παπουτσοθήκη
—
ξαναρράβω
—
εικονομαχικός
—
ταμάχι
—
σαλαγάω
—
μετεωρογράφος
—
αυτοϊκανοποιούμαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве