|
здоровый, крепкий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово здоровый? — ανεξασθένητος как на (ново)греческом будет слово крепкий? — ανεξασθένητος как с (ново)греческого переводится слово ανεξασθένητος? — здоровый, крепкий — κοκτέϊλ — ξυλοκόπος — αντισφαιριστής — χωριάτα — κασσέτα — απροσωπόληπτος — οδαλίσκη — ενδοτικός — αυτοκαταγγέλλομαι — ξαναγυρίζω — λεπτουργής — στούκας — τρίαρχος — γαλατιάζω — θαυματουργικός — καλλιεπής — σύρτις — ταβλιστής — αντρομοίρι — συγχρονίζω — δερμάτι |
|||