|
το перегородка; забор #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово перегородка? — διαχώρισμα как на (ново)греческом будет слово забор? — διαχώρισμα как с (ново)греческого переводится слово διαχώρισμα? — перегородка, забор — επιστημολογικός — επαναλαμβάνω — υδροσκοπία — μεταξάδικο — θεόκτιστος — ισοφαρίζω — φαρμακοτρίβης — βασταχτής — ασβεστόγουρνα — αναβλάστηση — μπατάρω — δαφνόκοκκος — τεσσεράμισι — αγουρίδι — σιωπητήριο — εννεαπλασίαση — γυαλιστής — καλιφάτο — φαλαινοθηρικό — αλυσοδεμένος — χαλαζόκοκκος |
|||