Новогреческий словарь
σπαθασκία
σπαθασκία
η
фехтование
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фехтование
? —
σπαθασκία
как с
(ново)греческого
переводится слово
σπαθασκία
? — фехтование
#
(ново)греческий словарь
—
τουμπανιασμένος
—
ξόμπλι
—
ηλεκτροπρίονο
—
στοφιδιάζω
—
τούρκικα
—
βαλσαμόδενδρο
—
σιτοφύλακας
—
παλαμίδα
—
κριτής
—
πολυβολητής
—
παλιομπεκρής
—
μαγιώνω
—
αριωσύνη
—
εκκάθαρση
—
ακοκκίνιστος
—
οινομάγειρος
—
βύζασμα
—
άχριστο
—
νομικώς
—
ακαταμέριστος
—
κιτρινάδι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве