Новогреческий словарь
ντεπόρ
ντεπόρ
το фин.
депорт
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
депорт
? —
ντεπόρ
как с
(ново)греческого
переводится слово
ντεπόρ
? — депорт
#
(ново)греческий словарь
—
ξεμονάχιασμα
—
πελεκισμός
—
οξεικός
—
αρχιτέχτονας
—
ποδηλατώ
—
κυτταρογένεση
—
γεφυροπλάστιγγα
—
χλωροφόρμηση
—
μεταβατικότητα
—
περεχύνω
—
ακαταβρόχθιστος
—
ναυλομεσιτικός
—
επιστολάριον
—
τεσσαρακοντούτις
—
λευκοσίνη
—
εγκατοίκηση
—
δαχτυλιά
—
χειρουργός
—
οδοντογλύφανο
—
δυσκολοδιήγητος
—
έντονα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве