Новогреческий словарь
επαναπατρίζομαι
επαναπατρίζομαι
репатриироваться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
репатриироваться
? —
επαναπατρίζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
επαναπατρίζομαι
? — репатриироваться
#
(ново)греческий словарь
—
εμπυρευματίζω
—
μηλόπιττα
—
οφρύς
—
ενενήντα
—
αυλοκόλακας
—
τζίτζερ
—
σεριφικός
—
διαγελω
—
μεγαλοδύναμος
—
φυτοβιολογία
—
φορητός
—
κοκκινωπός
—
επικρέμαση
—
πρέπει
—
βωλογύρισμα
—
θειωτήρας
—
σιρός
—
ρινοφωνία
—
καλησπερούδια
—
έντεχνα
—
βλαστάνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве