|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σωβρακοφανέλα? — — αραιός — μεταπλάττω — κοιμισμένος — εξηντατρίχης — μετρογραφία — ψευτοσπουδαίος — εθιμοτυπικά — ζατρικίζω — λίγνεμα — διαβόλογυναίκα — πηδαλιουχείο — θράσος — χουνί — γένια — κρυπτογράφος — εξογκώνομαι — στενογράφημα — μπατικός — διαβρωσιγενής — τριχοτόμηση — εκατόχρονος |
|||