Новогреческий словарь
λογικότητα
λογικότητα
η 1)
разумность
;
2)
логичность
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
разумность
? —
λογικότητα
как на
(ново)греческом
будет слово
логичность
? —
λογικότητα
как с
(ново)греческого
переводится слово
λογικότητα
? — разумность, логичность
#
(ново)греческий словарь
—
λουσαρίζω
—
τυπικό
—
ξιφουλκώ
—
ενενηκονταετής
—
σφάλαγγος
—
εμπρόσθιος
—
μπαγκανότα
—
μπουζουκοκέφαλος
—
δασύφυλλος
—
προστατευτισμός
—
οικονομία
—
γεροντίδιο
—
κληματσίδα
—
προπονητής
—
γλυκύτητα
—
αντιβασιλικός
—
υποτιμώμαι
—
γενναιόδωρα
—
αλύπητος
—
λατινίζω
—
δυσθυμία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве