Новогреческий словарь
απεργοσπαστικά
απεργοσπαστικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
απεργοσπαστικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ταμπλό
—
γραφειοκράτης
—
αντιστύλι
—
όλον
—
τρελόπαιδο
—
αναλογώ
—
μονοτσάμπουνο
—
μπλού
—
παρέχω
—
εσωτρόπιο
—
ημιάνεργος
—
πρωτεργάτης
—
κατραπακιάζω
—
ξεκλείδωμα
—
κοζακλαριώτικος
—
αρτοβιομήχανος
—
δωδεκασύλλαβος
—
εκ
—
κοντόξυλο
—
αλλωστε
—
ζωσμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве