|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φωτογράφιση? — — παγκόσμια — απονίφτω — ψυχροβαφής — χούχουλας — βουτυρόπαιδο — ηφαιστειακός — δάκρυσμα — ακατάβλητο — ελάφίδες — εξορκίστρια — αμελέτητος — υποκρύπτω — ράντσο — μονόφυλλος — παλικαριά — ερίνωσις — μυοπάθεια — ανθρακοειδής — τετράεδρο — ανθρακικός — χαζαμάρα |
|||