Новогреческий словарь
πληθωρισμός
πληθωρισμός
ο эк.
инфляция
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
инфляция
? —
πληθωρισμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
πληθωρισμός
? — инфляция
#
(ново)греческий словарь
—
γλυκάκιας
—
απαραμύθητος
—
κλωστική
—
βιοδιασπώμενος
—
καστανομάλλης
—
ψυχροφοβία
—
εκατοστάρης
—
αλφαβητικός
—
εκτιμητικο
—
ξιπασιά
—
παλιό-
—
τρόικα
—
χαρτοσακούλα
—
αντίζυγος
—
καλοπιστία
—
οριζοντιώνω
—
στρόφαλο
—
αφροσαλιάζω
—
ανισομεγέθης
—
αγορά
—
αψείριστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве