|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πιλοτήριο? — — ξανα- — αιμοβόρικος — αλλομα — ανωμεριά — αγουροσύνη — απλωτός — άφτιαστος — προσπορίζομαι — ξιφοποιός — κατάστημα — τρομοκρατικός — φυσητός — χούφτωμα — ανεξεύρετος — εντειχίζω — σιμιτεργάτης — στοίβα — ανεξόρυκτος — καψούλλι — αναγερτός — δασολογικός |
|||