Новогреческий словарь
σμαλτωμένος
σμαλτωμέν|ος
эмалированный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
эмалированный
? —
σμαλτωμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
σμαλτωμένος
? — эмалированный
#
(ново)греческий словарь
—
ηλιοθρεμμένος
—
επιβήτωρ
—
χηλοειδής
—
πυκνοφυτευμένος
—
ξυλοχρωστικός
—
κοροϊδιλίκι
—
απέμφραξη
—
αετωματικός
—
ακεράμωτος
—
αναδιορθώνω
—
αργυρίτης
—
ξεποδαριάζω
—
εικονογράφηση
—
λιανοπουλητής
—
οραγγουτάγγος
—
σκοτισμός
—
αποτρώγω
—
βιόσφαιρα
—
μένος
—
παραμέλημα
—
καπλάνι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве