|
το тюль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тюль? — τούλι как с (ново)греческого переводится слово τούλι? — тюль — απέρχομαι — βατραχίνα — ξεχασμένος — πουκαμισάς — ιεραρχικώς — δυσπαρατήρητος — λιμάνι — αλευροκόσκινο — λεμονανθός — καταπλακώνω — θεοποιημένος — σκαλεύω — αντίχριστος — αμέθυστος — μάλθη — αμπελιά — κομματικοοποιούμαι — παραίτιος — ζελατίνα — κεράμειος — τουμπάρισμα |
|||