|
ο ист. мужская половина дома #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мужская половина дома? — ανδρώνίτης как с (ново)греческого переводится слово ανδρώνίτης? — мужская половина дома — πραγματοποιώ — αντιφλεγμονώδης — τυροποιία — σπίνος — διαρρύθμιση — ραβδί — γερόντισσα — ταφή — γαρνίρω — εμφαίνω — οργανίδιο — αποθεώνομαι — αβολίδωτος — μεσιτεία — φλόκκι — λιστρώνω — φανελλάδικο — κατωφέρεια — υπογειάκι — σημειωμένος — δύσφθαρτος |
|||