|
το монограмма #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово монограмма? — μονόγραμμα как с (ново)греческого переводится слово μονόγραμμα? — монограмма — χαμαιτυπείο — μεταπολιτευτικός — μόρος — τυποτηλεγραφία — ιππάριον — ημέρωση — υφίσταμαι — ιχθυαγορά — διαρπάζω — στρατιωτικο — εξατάξιος — Αθηναίος — συντηρητισμός — βλαισότητα — δισκαφίζω — ζητω — ανάπηρος — απαράδεκτα — προβλάστη — αναπάπουλος — νεκροφάγος |
|||