Новогреческий словарь
σύμμεικτος
σύμμεικτ|ος
смешанный, перемешанный
;
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
смешанный
? —
σύμμεικτος
как на
(ново)греческом
будет слово
перемешанный
? —
σύμμεικτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
σύμμεικτος
? — смешанный, перемешанный
#
(ново)греческий словарь
—
αντικληρικά
—
απλοχωριά
—
αντρονίζω
—
ξενιτεμένος
—
χειρουργός
—
νεαρός
—
κροταφικός
—
πουσταριό
—
αναθερμαίνω
—
θριαμβεύτρια
—
μικρομεγάλος
—
γερμανοφιλία
—
διοξείδιο
—
μπούρτζι
—
ακατοίκητος
—
μονογράφω
—
δαιμονικό
—
αμετακινησία
—
βοτανολογικός
—
ξαναγύρισμα
—
τρελογιατρός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве