Новогреческий словарь
πυθαγόρειος
πυθαγόρει|ος
пифагорейский
;
~ειο θεώρημα — теорема Пифагора
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пифагорейский
? —
πυθαγόρειος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πυθαγόρειος
? — пифагорейский
#
(ново)греческий словарь
—
χρυσός
—
αντεγκαλώ
—
δολιχοκεφαλία
—
αλλαξόπιστος
—
οκλαδίας
—
κοκκινογένης
—
ουράλιος
—
ασύνδετος
—
κατεσχέθην
—
αποχτενίζω
—
πεντατομικός
—
αριστερίζων
—
καρβοονιάρικος
—
εκδικούμαι
—
μεταφορικώς
—
εξωφρενικότητα
—
τακτική
—
ενστερνίζομαι
—
γυναικολόγος
—
ολόλευκος
—
καλούτσικος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве