Новогреческий словарь
έφαλση
έφαλση
(-εως) η спорт.
прыжок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
прыжок
? —
έφαλση
как с
(ново)греческого
переводится слово
έφαλση
? — прыжок
#
(ново)греческий словарь
—
έκχυτος
—
λουλουδάκι
—
σύντρίμμι
—
βώτσος
—
κατάπρυμα
—
κατάφρακτος
—
μικροφυής
—
ψαροπούλι
—
αποβουτυρώνω
—
γιαλός
—
λαύρενο
—
πυκνοφυτευμένος
—
υπερβιταμίνωση
—
ασχημόπαπο
—
ανατολικώς
—
ψαχουλευτός
—
καπνότοπος
—
μέροψ
—
παραφύλαξη
—
επτάφωτος
—
υδροπνευματοθώραξ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве