|
ο флотилия; === ~ αεροπλάνων — эскадрилья, отряд самолётов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово флотилия? — στολίσκος как с (ново)греческого переводится слово στολίσκος? — флотилия — κεδρόμηλο — αποσφράγιση — αδελφικότητα — αφαλοκόβω — αυταπατώμαι — αναμασώ — συγγένισσα — παντομίμα — μεγαλοπρεπής — αποφύλλωση — ίδιον — ψέλνω — αγγελομαχώ — βεζικάντι — παιχνιδούπολη — κιτριά — δεκαέξι — σαστίζω — αγκίστρι — ταράττω — νομισματοδέκτης |
|||