Новогреческий словарь
λεκανοπέδιο
λεκανοπέδιο
το геогр.
бассейн
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бассейн
? —
λεκανοπέδιο
как с
(ново)греческого
переводится слово
λεκανοπέδιο
? — бассейн
#
(ново)греческий словарь
—
ενθάπτω
—
γονίδι
—
τέταρτος
—
ψυχοφθόρος
—
ενταφίαση
—
ιδεογραφίο
—
κατάντημα
—
πολυκήριον
—
πέτομαι
—
αί
—
ποθώ
—
κρεσόν
—
καταστηματαρχίνα
—
περιεκτικός
—
καταφρόνηση
—
φυλακίζομαι
—
κατουρογυάλι
—
αξιοθέατος
—
βαθύσκαπτος
—
ερεικώδης
—
φλοκκωτός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве