Новогреческий словарь
κληρονόμα
κληρονόμα
η
наследница
(законная)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
наследница
? —
κληρονόμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
κληρονόμα
? — наследница
#
(ново)греческий словарь
—
ωτιαίος
—
αποστερεώνω
—
ανδροκοίτης
—
παγγερμανισμός
—
ανωμεριά
—
προσγειωμένος
—
βουρδουλακιάζω
—
μαράγγιασμα
—
εκπνοή
—
καταμήνυση
—
ανωφερής
—
πολυμιλώ
—
αποχαιρετιέμαι
—
κρυφανοβρύζω
—
επενεργών
—
θαμαστός
—
ξεσαβουριάζω
—
τερατωδώς
—
αντιπαραχωρώ
—
λαμπάδα
—
μνημονεύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве