|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово άνοπτος? — — παλαιοκλιματολογία — βολταμπέρ — συντρόφι — νεράκι — τεχνίτρα — μικροπολιτικός — βροντοκόπημα — βοϊδομμάτισσα — σημάδευμα — αδικοβγάνω — συναινετικός — οινεμπόριο — χτυπητήρι — ξεβγάνω — δεματικό — πρασόφυλλο — αιγυπτιακός — εσκεμμένα — ταβερνείο — πτωχοκομείο — χαλβαδιάζω |
|||