|
развитой; современный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово развитой? — εξειλιγμένος как на (ново)греческом будет слово современный? — εξειλιγμένος как с (ново)греческого переводится слово εξειλιγμένος? — развитой, современный — δανειοδοτικός — ατρύπωτος — ανθρωποσωτήριος — σμπαράλια — εξολίσθημα — ορθοτομώ — θεατός — μπαμπόγερια — σταλίκι — υποκριτική — πασσάλωση — προανακρίνω — ξυλοπόδαρο — νιστέρι — παρηγορητής — επιστήριξις — αποβυζαίνω — καραμούζα — βωλοθραύστης — άσκημα — μεσοκαιρίτης |
|||