Новогреческий словарь
βολφράμιο
βολφράμιο
το
вольфрам
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вольфрам
? —
βολφράμιο
как с
(ново)греческого
переводится слово
βολφράμιο
? — вольфрам
#
(ново)греческий словарь
—
γοργόκαιρος
—
ραμί
—
υπάρχοντα
—
μικροργανισμός
—
αμμή
—
κατάρα
—
ζουριάρης
—
μεταλλοβιομηχανία
—
γεμελλάκια
—
ασύντριφτος
—
φορμαλιστικός
—
τράνζιτο
—
τζάκα
—
χυμευτός
—
φλεβικός
—
φωτοαντίγραφο
—
αλοπλαγκτόν
—
χαλεπώς
—
αιτιολογικό
—
διατάσσω
—
εκμαιεύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве