|
невыделанный (о коже) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово невыделанный? — αδέψητος как с (ново)греческого переводится слово αδέψητος? — невыделанный — στουφλέκα — ορθοεπής — ετερότοπος — εξεργάζομαν — πυρηνώδης — σοκολατοποιία — ανελικτός — χαλαζόκοκκος — καταληψία — αναχωματισμός — αντιφάσκω — επταμηνίτης — άπιοτος — κλήμα — ανημέρωτος — ανόχλητος — χρησμοδοσία — προνόμιο — εξαερίζω — χειρίδιον — τσαρουχάς |
|||