Новогреческий словарь
ρωμαϊκός
ρωμαϊκός
римский
;
~ό δίκαιο — римское право
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
римский
? —
ρωμαϊκός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ρωμαϊκός
? — римский
#
(ново)греческий словарь
—
μικροεμπορευματική
—
ομιλητικός
—
κομιτατζής
—
σπουδαιοφάνεια
—
φανερωτής
—
εμπυάζω
—
ταράσσομαι
—
εμμηνορροώ
—
αναγνώθω
—
αθερινιά
—
κατεβαίνω
—
βαναυσότητα
—
ισοτοπία
—
ψώριασμα
—
ανέντιμα
—
συγκαταρίθμησις
—
γκαϊδίζω
—
αλλοστροτίζω
—
τελεολογία
—
θερμοφωταύγεια
—
ψίαθος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве