|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ομιλητικά? — — γλυκαπαντάω — εργατικός — ραμολίρω — πικέττο — γεώμηλον — γυμνοσκελής — μειονοτικός — λαοπλάνος — σαλιγγάρι — αδιαφέντευτος — γεώλοφος — ηχείον — τρία — τούβλο — αποσείω — σκλαβοπάζαρο — συνονθυλεύω — προσωπολατρία — υποσκελίζω — ήγγειλα — κλιμακωτός |
|||