|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βουτυράκι? — — λουστράτος — υπερπροστατεύω — απλός — υπνωτίζομαι — φλομώνω — ακαταπτόητος — ιεροσυλία — βουτυρέμπορος — ξεσχίζω — παρενθήκη — απονίφτω — υπερτιμώ — γλυκοχαιρέτισμα — θελεμός — μιναρές — καταρρίπτω — πισωκωλώνω — υπόφυση — ποιμήν — περδικοπούλι — κοκκινωπός |
|||