Новогреческий словарь
ξυλότοιχος
ξυλότοιχ|ος
ο
деревянная стена
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
деревянная стена
? —
ξυλότοιχος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ξυλότοιχος
? — деревянная стена
#
(ново)греческий словарь
—
συναναστρέφομαι
—
απολεπτύνομαι
—
ατού
—
φωτοψευδαργυρογραφία
—
διαδίδω
—
καταμαυρίζω
—
αναπόγραφος
—
γραφείο
—
χείριστος
—
καρατόμηση
—
ανύψωτος
—
αμανίκωτος
—
διαρρηκτός
—
αλεπόμουτρο
—
επιχορήγηση
—
αργυροΰφαντος
—
γεννητάτος
—
τύλωμα
—
ζαλώνω
—
γαλειουρίζω
—
ομοθυμία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве