|
το хим. марганец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово марганец? — μαγγανήσιο как с (ново)греческого переводится слово μαγγανήσιο? — марганец — εξοντωτικός — καρυκευτός — οικώ — άλοφος — ζουγκρανιά — ζεύγλη — ζεύγος — υλομορφισμός — γλουτός — κατοβλητικός — τρίμηνος — ψύχραιμα — ξεδοντιάζω — ρακοπουλείο — λατόμημα — εξανεμίζω — πολεμικότητα — εξυμνώ — γκαζομηχανή — γλεντοκοπώ — εσύ |
|||